MIA> Ελληνικό τμήμα> Τρότσκι> Εργα> Ανάμεσα στους Κόκκινους και τους Λευκούς> Κεφάλαιο VII



Λέων Τρότσκι

Ανάμεσα στους Κόκκινους και τους Λευκούς

Μαρξισμός και εθνικό ζήτημα


Προηγούμενο: Η λύση του δράματος
Επόμενο: Δημοκρατία και σοβιετικό σύστημα

Κεφάλαιο VII

Η Γεωργιανή Γιρόνδη σαν πολιτικός τύπος

Η Γεωργία έπαιξε εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην ιστορία του Ρώσικου μενσεβικισμού. Ήταν στη Γεωργία που ο μενσεβικισμός έγινε η πιο ισχυρή και προφανής μορφή της προσαρμογής του μαρξισμού στις απαιτήσεις της διανόησης ενός καθυστερημένου και κατ' εξοχήν προκαπιταλιστικού λαού. Η έλλειψη βιομηχανίας σήμαινε την έλλειψη μίας ντόπιας αστικής τάξης. Το εμπορικό κεφάλαιο ήταν κυρίως στα χέρια των Αρμένιων. Η πνευματική καλλιέργεια ήταν αποκλειστικό προνόμιο των μικροϊδιοχτητών γης, ευγενών στην πλειοψηφία τους. Ο καπιταλισμός, που είχε αρχίσει να μπαίνει στη ζωή του λαού, δεν είχε ακόμη δημιουργήσει μία νέα κουλτούρα, αλλά είχε ήδη δημιουργήσει καινούριες ανάγκες, τις οποίες οι Γεωργιανοί ευγενείς δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν από τα αμπέλια τους και τα κοπάδια κατσικιών. Η δυσφορία απέναντι στους Ρώσους αξιωματούχους και τον τσαρισμό, συνδέθηκε με τη δυσφορία απέναντι στον καπιταλισμό, προσωποποιημένο από τον Αρμένη έμπορο και τοκογλύφο. Η ανησυχία για το μέλλον και η αναζήτηση διεξόδου έκανε τη νέα γενιά των ευγενών και της μικροαστικής διανόησης να είναι επιρρεπής προς τις ιδέες της δημοκρατίας και να αγωνιά για υποστήριξη από τις εργαζόμενες μάζες. Όμως εκείνη την εποχή, προς το τέλος του προηγούμενου αιώνα, το πρόγραμμα της πολιτικής δημοκρατίας στην παλιά του μορφή, είτε των γιακομπίνων είτε των φιλελεύθερων του Μάντσεστερ, είχε από καιρό ξεπεραστεί από την πορεία της ιστορικής ανάπτυξης, είχε χάσει το κύρος του και είχε παραδώσει σε διάφορες σοσιαλιστικές θεωρίες - οι οποίες με τη σειρά τους έδωσαν τη θέση τους στο μαρξισμό - την εξουσία του πάνω στις συνειδήσεις των καταπιεζόμενων μαζών της Ευρώπης. Τα όνειρα της ανερχόμενης γενιάς των πόλεων και των χωριών για πιο πλατειές φιλολογικές, πολιτικές και άλλες δραστηριότητες χρωματισμένα με τη ζήλια και το μίσος για τον καπιταλισμό, οι πρώτες εκφάνσεις του κινήματος ανάμεσα στους τεχνίτες και τους ολιγάριθμους βιομηχανικούς εργάτες, η φιμωμένη δυσφορία μίας αγροτιάς οδηγημένης στη σκλαβιά - όλα αυτά βρήκαν την έκφρασή τους στη μενσεβίκικη έκδοση του μαρξισμού, η οποία την ίδια στιγμή αναγνώριζε το αναπόφευκτο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, έδινε καινούριο κύρος στις ιδέες της πολιτικής δημοκρατίας που είχαν από καιρό δυσφημιστεί στη δύση, και προέβλεπε για το μακρινό και ομιχλώδες μέλλον την επικράτηση της εργατικής τάξης σαν οργανικό και ανώδυνο αποτέλεσμα της δημοκρατίας.

Μικροευγενείς από την άποψη της καταγωγής τους, μικροαστοί από τον τρόπο ζωής τους και την ψυχολογία τους, οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι ηγέτες ξεκίνησαν την επαναστατική τους πολιτική σταδιοδρομία με πλαστά μαρξιστικά διαβατήρια στις τσέπες. Ο συναισθηματισμός που χαρακτηρίζει τους νότιους και η ευέλικτη προσαρμοστικότητα τους έκαναν ηγέτες των φοιτητών και του γενικού δημοκρατικού κινήματος. Η φυλάκιση, η εξορία και το βήμα της Αυτοκρατορικής Δούμας αύξησαν το πολιτικό τους κύρος και καθιέρωσαν μία κάποια παράδοση για το μενσεβικισμό στη Γεωργία.

Η ανούσια και μικροαστική φύση του μενσεβικισμού, ειδικά της Γεωργιανής πτέρυγάς του, έγινε ακόμη πιο εμφανής καθώς το επαναστατικό κύμα αυξανόταν σε όγκο και τα εσωτερικά και διεθνή ζητήματα γινόντουσαν όλο και πιο περίπλοκα. Η πολιτική δειλία είναι ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του μενσεβικισμού, και η επανάσταση δεν ανέχεται τη δειλία. Σε εποχές μεγάλων γεγονότων, ο μενσεβίκος είναι μια πραγματικά θλιβερή φιγούρα. Διακρίνει κανείς, σε αυτή την ιδιομορφία του μενσεβίκου, το κοινωνικό δέος του μικροαστού μπροστά στον μεγαλοαστό. Του διανοούμενου μπροστά στο στρατηγό. Του μικροδικηγόρου μπροστά στον "πραγματικό" διπλωμάτη. Του ευαίσθητου και ματαιόδοξου επαρχιώτη μπροστά στον Γάλλο ή τον Βρετανό. Η δειλία με την οποία υποκλίνονται μπροστά στους εξουσιοδοτημένους εκπρόσωπους του κεφάλαιου είναι η άλλη πλευρά της υπεροπτικής συγκατάβασης με την οποία αντιμετωπίζουν τους εργάτες. Το μίσος του Τσερετέλι προς τη σοβιετική Ρωσία δεν είναι παρά αγανάκτηση προς τη θρασεία απόπειρα του εργάτη να πάρει στα χέρια του την εξουσία, την οποία στην καλύτερη περίπτωση θα έπρεπε να είχε χειριστεί μόνο ο ίδιος, ο μορφωμένος άνθρωπος της μεσαίας τάξης, και βέβαια μόνο με την άδεια του μεγάλου καπιταλιστή.

Όταν ο Τσχενκέλι ή ο Γκεγκετσκόρι μιλάνε για τον μπολσεβικισμό, δανείζονται το λεξιλόγιο τους από τους λιμενεργάτες όχι μόνο της Τυφλίδας αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Όταν "συνδιαλέγονται" με τον τσαρικό στρατηγό Αλεξέγιεφ, το Γερμανό Φον Κρες ή το Βρετανό Γουώκερ, κάνουν ότι μπορούν για να φτάσουν τους ευγενείς τρόπους ενός Ελβετού αρχισερβιτόρου. Έχουν ιδιαίτερο φόβο για τους στρατηγούς. Τους εκλιπαρούν, παλεύουν να τους πείσουν και τους εξηγούν ευγενικά ότι ο γεωργιανός σοσιαλισμός είναι όλωσδιόλου διαφορετικός από τις άλλες ποικιλίες του σοσιαλισμού: Οι άλλες ποικιλίες προκαλούν καταστροφή και αταξία, αλλά ο δικός τους είναι εγγύηση τάξης. Η πολιτική πείρα μπορεί να κάνει τη μεσαία τάξη πιο κυνική, αλλά δεν μπορεί να της διδάξει τίποτα.

Σε προηγούμενο κεφάλαιο ανοίξαμε το ημερολόγιο του Τζουγκέλι, και αντικρίσαμε έναν από τους "ιπποτικούς" μενσεβίκους όπως περιγράφει ο ίδιος τον εαυτό του. Καίει χωριά της Οσσετίας, και σαν διεφθαρμένο σχολιαρόπαιδο περιγράφει στο ημερολόγιο του την ομορφιά της πυρκαγιάς και τη συγγένειά του με τον Νέρωνα. Ο απωθητικός αυτός σαλτιμπάγκος είναι προφανές ότι εντυπωσιάστηκε από τους μπολσεβίκους, που δεν κουκουλώνουν τα γεγονότα του εμφύλιου πολέμου και τα αυστηρά μέτρα που αναγκάζονται να υιοθετήσουν σαν αντίποινα προς τους εχθρούς τους. Ο Τζουγκέλι, από κοινού με τους δάσκαλούς του, αποτυγχάνει απόλυτα να δει ότι πίσω από αυτή την ξεκάθαρη και άφοβη πολιτική επαναστατικής βίας βρίσκεται η συνείδηση της ιστορικής τους δικαίωσης και της επαναστατικής τους αποστολής, η οποία δεν έχει τίποτα κοινό με τον αχαλίνωτο κυνισμό του "δημοκράτη" επαρχιώτη σατράπη, που καίει χωριά αγροτών και ταυτόχρονα εξετάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη για να επιβεβαιώσει την ομοιότητά του με τον εστεμμένο έκφυλο της Ρώμης.

Ο Τζουγκέλι δεν αποτελεί εξαίρεση, και η καλύτερη απόδειξη για αυτό είναι το γεγονός ότι ο πρώην υπουργός των εξωτερικών, ο Γκεγκετσκόρι, έγραψε έναν πολύ εγκωμιαστικό πρόλογο για το βιβλίο του. Ο Ραμισβίλι, ο διάδοχος του Ζορντάνια στο υπουργείο εσωτερικών, με προσποιητή επισημότητα, διακήρυξε το δικαίωμα της δημοκρατίας να ασκήσει αδυσώπητη τρομοκρατία, επικαλούμενος την αυθεντία του Μαρξ. Από τον Νέρωνα στο Μαρξ... Η ευμετάβλητη μιμητικότητα αυτών των επαρχιακών αστών, ο επιφανειακός πιθηκισμός τους, μαρτυρούν καθαρά την κενότητά τους.

Όταν άρχισε να γίνεται όλο και πιο φανερό, ακόμη και στους ίδιους τους μενσεβίκους, ότι η "ανεξάρτητη" Γεωργία δεν είχε καμία ελπίδα, και όταν μετά την ήττα της Γερμανίας, αναγκάστηκαν να ζητήσουν την προστασία της Αντάντ, κάλυψαν πιο προσεκτικά τα όργανα του Ειδικού Αποσπάσματος, και αντί για την κουρελιασμένη μάσκα του Τζουγκέλι-Νέρωνα, έβαλαν την όχι λιγότερο κουρελιασμένη μάσκα του Ζορντάνια - Τσερετέλι - Γλάδστωνα, συσχετίζοντας έτσι τους εαυτούς τους με το μεγάλο κήρυκα των φιλελεύθερων κοινοτοπιών.

Ένας κίβδηλος μαρξισμός αποτελούσε ψυχολογική ανάγκη για τους Γεωργιανούς μενσεβίκους, ειδικά στα νιάτα τους, καθώς τους συμφιλίωνε με την ουσιαστικά αστική θέση τους. Αλλά η πολιτική τους δειλία, η δημοκρατική τους ρητορική - συνονθύλευμα αξιοθρήνητων κοινοτοπιών - η ενστικτώδης αποστροφή προς κάθε τι το ακριβές, ολοκληρωμένο και ξεκάθαρο στο χώρο των ιδεών, οι ζηλόφθονες υποκλίσεις τους προς τις επιφανειακές μορφές του αστικού πολιτισμού, όλα μαζί συνδυάζονταν για να δημιουργήσουν έναν ψυχολογικό τύπο που ήταν το απόλυτο αντίθετο του μαρξιστή. Όταν ο Τσερετέλι μιλάει για την "διεθνή δημοκρατία" (στην Πετρούπολη, την Τυφλίδα ή το Παρίσι) κανείς δεν ξέρει αν αναφέρεται στην μυθική "οικογένεια των εθνών", τη Διεθνή ή την Αντάντ. Τελικά απευθύνεται πάντα στην τελευταία, αλλά εκφράζεται σαν την ίδια στιγμή να αγκαλιάζει το παγκόσμιο προλεταριάτο. Η σύγχυση των ιδεών του, οι ομιχλώδεις συλλήψεις του, είναι τέλεια μέσα για αυτό το ταχυδαχτυλουργικό κόλπο. Όταν ο Ζορντάνια, ο ηγέτης της συμμορίας, μιλάει για διεθνή αλληλεγγύη, την ίδια στιγμή αναφέρεται στη φιλοξενία των Γεωργιανών τσάρων. Το "μέλλον της Διεθνούς και (!) της Κοινωνίας των Εθνών είναι εξασφαλισμένο", δηλώνει ο Τσχενκέλι επιστρέφοντας από την Ευρώπη. Εθνικές προκαταλήψεις και φλούδες σοσιαλισμού, Μαρξ και Ουίλσον, ρητορικές πτήσεις και μικροαστική στενομυαλιά, πάθος και τσαρλατανισμός, Διεθνής και Κοινωνία των Εθνών, μια μικρή δόση ειλικρίνειας και μια μεγάλη δόση σοφιστείας, αναμεμιγμένα με την αυταρέσκεια ενός επαρχιώτη φαρμακοποιού - αυτό το μίγμα, 'καλά χτυπημένο πριν τη χρήση' απ' την κίνηση των γεγονότων, είναι η ψυχή του Γεωργιανού μενσεβικισμού.

Οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι χαιρέτισαν με ενθουσιασμό τα 14 σημεία του Ουίλσον. Καλωσόρισαν την Κοινωνία των Εθνών. Πρώτα καλωσόρισαν την είσοδο των στρατευμάτων του Κάιζερ στη Γεωργία, μετά καλωσόρισαν την αναχώρησή τους. Καλωσόρισαν την είσοδο των βρετανικών στρατευμάτων. Καλωσόρισαν την φιλική διαβεβαίωση του Γάλλου ναύαρχου. Εννοείται ότι καλωσόρισαν τον Κάουτσκυ, τον Βαντερβέλντε, την Κα Σνόουντεν. Είναι έτοιμοι οποιαδήποτε στιγμή να καλωσορίσουν τον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ, αν ο τελευταίος έχει όρεξη να εκτοξεύσει μερικές συμπληρωματικές κατάρες στους μπολσεβίκους. Μ' αυτή την συμπεριφορά αυτοί οι αριστοκράτες ελπίζουν να αποδείξουν ότι είναι "αναπόσπαστο κομμάτι του Ευρωπαϊκού πολιτισμού".

Ο Μενσεβικισμός αποκαλύπτει τον πραγματικό του χαρακτήρα στο μνημόνιο της Γεωργιανής αντιπροσωπείας προς την κοινωνία των εθνών στη Γενεύη:

Έχοντας συναθροιστεί κάτω από το λάβαρο της Δυτικής δημοκρατίας, - λέει το τελευταίο κομμάτι του μνημόνιου - ο λαός της Γεωργίας φυσικά βλέπει με εξαιρετική συμπάθεια την ιδέα της καθιέρωσης ενός πολιτικού συστήματος το οποίο, όντας το άμεσο αποτέλεσμα του πολέμου, την ίδια στιγμή θα χρησίμευε σαν μέσο που θα παρέλυε την πιθανότητα μελλοντικών πολέμων. Η Κοινωνία των Εθνών, ενσαρκώνοντας ένα τέτοιο σύστημα, αντιπροσωπεύει με τα γόνιμα αποτελέσματά του την πιο εκπληκτική κατάκτηση της ανθρωπότητας στο δρόμο προς τη μελλοντική ενότητα. Ζητώντας να γίνει δεκτή στην Κοινωνία των Εθνών ... η Γεωργιανή κυβέρνηση πιστεύει ότι οι ίδιες οι αρχές που πρόκειται να καθορίζουν τη διεθνή ζωή, που από δω και πέρα θα κατευθύνεται προς την αλληλεγγύη και τη συνεργασία, απαιτούν την αποδοχή στην οικογένεια των Ευρωπαϊκών εθνών ενός πανάρχαιου λαού, ο οποίος αφού υπήρξε η εμπροσθοφυλακή του χριστιανισμού στην Ανατολή, τώρα έχει γίνει η εμπροσθοφυλακή της δημοκρατίας, ενός λαού ο οποίος ζητάει μόνο την ελευθερία και την άοκνη εργασία, στον οίκο του που είναι η νόμιμη και αναμφισβήτητη κληρονομιά του.

Τίποτα δεν πρέπει να προστεθεί ή να αφαιρεθεί. Είναι ένα κλασσικό ντοκουμέντο ρηχότητας. Μπορεί αυτό με ασφάλεια να υιοθετηθεί σαν κριτήριο: ο σοσιαλιστής που δεν κάνει εμετό με την ανάγνωση αυτού του μνημόνιου θα πρέπει να αποπεμφθεί επονείδιστα και τελεσίδικα από το εργατικό κίνημα.

Το κύριο μάθημα που άντλησε ο Κάουτσκυ από την μελέτη της Γεωργίας είναι ότι, αντίθετα από το σύνολο της Ρωσίας, με τις φράξιες της, τα σχίσματα και την εσωτερική διαμάχη, αντίθετα επίσης από το σύνολο του αμαρτωλού κόσμου, ο οποίος από αυτή την άποψη δεν είναι καλύτερος από τη Ρωσία - μόνο στα βουνά της Γεωργίας βλέπει κανείς την αδιαίρετη κυριαρχία του γνήσιου, ατόφιου μαρξισμού. Την ίδια στιγμή ο Κάουτσκυ δεν κρύβει το γεγονός ότι στη Γεωργία δεν υπάρχει μεγάλη ή μεσαία βιομηχανία, και επομένως δεν υπάρχει σύγχρονο προλεταριάτο. Η πλειοψηφία των μενσεβίκων βουλευτών στη Συντακτική Συνέλευση αποτελούνταν από δάσκαλους, γιατρούς και αξιωματούχους. Ο κορμός του εκλογικού σώματος ήταν αγρότες. Ο Κάουτσκυ, παρ' όλα αυτά, δεν κάνει τον κόπο να εξηγήσει αυτό το εντυπωσιακό ιστορικό θαύμα. Αυτός που, μαζί με τους υπόλοιπους μενσεβίκους, μας κατηγορεί ότι επιδεικνύουμε την καθυστέρηση της Ρωσίας σαν την ύψιστη αρετή της, βρίσκει το ιδανικό δείγμα της σοσιαλδημοκρατίας στην πιο καθυστερημένη γωνιά της παλιάς Ρωσίας. Πράγματι το γεγονός ότι για κάποια περίοδο ο γεωργιανός μαρξισμός ήταν απαλλαγμένος από τη φραξιονιστική διαπάλη και τα σχίσματα που ζουν άλλες, λιγότερο τυχερές χώρες, μας δίνει την απόδειξη του πιο πρωτόγονου κοινωνικού περιβάλλοντος και της καθυστερημένης διαδικασίας διαφοροποίησης ανάμεσα στους αστούς και τους προλετάριους δημοκράτες, και συνεπώς αποδεικνύει ότι ο γεωργιανός μενσεβικισμός δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το μαρξισμό.

Αντί να απαντήσει αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα, ο Κάουτσκυ δηλώνει αφ' υψηλού ότι είχε ήδη μάθει τις αλήθειες του μαρξισμού όταν πολλοί από μας είμαστε ακόμη στις κούνιες μας. Δεν θα προσπαθήσω να αντικρούσω αυτή τη δήλωση. Ο σοφός Νέστωρ (ο σαιξπηρικός, όχι ο ομηρικός) καυχιόταν για το πλεονέκτημα που είχε απέναντι στον εχθρό του, από το γεγονός ότι η αγαπημένη του ήταν κάποτε πιο όμορφη από τη γιαγιά του εχθρού του. Ο καθένας έχει δικαίωμα να βρίσκει την παρηγοριά με τον δικό του τρόπο. Είναι όμως πιθανό, ακριβώς επειδή ο Κάουτσκυ έμαθε το αλφάβητο του μαρξισμού τόσο παλιά, να είναι ανίκανος να εφαρμόσει στη Γεωργία ακόμη και τα πρώτα του γράμματα. Ερμηνεύει την πιο μακροχρόνια και σταθερή κυριαρχία του γεωργιανού μενσεβικισμού σαν αποτέλεσμα ψηλότερης τακτικής σοφίας, και όχι σαν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η εποχή του επαναστατικού σοσιαλισμού άρχισε πολύ αργότερα στην καθυστερημένη Γεωργία απ' ότι στην υπόλοιπη Ρωσία. Αηδιασμένος από την πορεία των ιστορικών γεγονότων, ο Κάουτσκυ έφτασε στην Τυφλίδα για να σβήσει την πνευματική του δίψα στα νάματα των τελευταίων ημερών της μενσεβίκικης εποχής, τρία τέταρτα του αιώνα από τότε που ο Μαρξ και ο Έγκελς είχαν γράψει το μανιφέστο τους. Και η κυρία Σνόουντεν έφτασε επίσης σε αυτό το θέρετρο αναψυχής για να αερίσει την πνευματική της γκαρνταρόμπα. Στην κοινή λογική του πραγματικά φαβιανού κατά Ζορντάνια ευαγγελίου, που έσφιξε στην πλατιά του αγκαλιά τόσο το γεωργιανό τσάρο Βαχτάγγα όσο και τον Χιουσμάν, επεφύλαξαν οι ουρανοί τη μοίρα να ικανοποιήσει τις ευγενέστερες ανάγκες του βρετανικού σοσιαλισμού.

Πόσο επίμονα επιβιώνει η βλακεία όταν έχει κοινωνικές ρίζες!